Παρασκευή 18 Απριλίου 2008

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ





ΤΟ ΝΟΗΜΑ

ΜΑΡΙΑ ΛΑΪΝΑ

Κωμωδία
ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ

Καστανιώτης

Ο άνθρωπος που γράφει, κυρίως ο άνθρωπος που γράφει ή τέλος πάντων ο άνθρωπος που ασκεί κάτι που και ο ίδιος και οι άλλοι το χαρακτηρίζουν τέχνη του γραπτού λόγου, δεν είναι ούτε καλύτερος από οποιονδήποτε άλλο, αν το δούμε με την απαραίτητη αφιλοκέρδεια και ανιδιοτέλεια. Αν πρέπει, αν πρέπει, όχι αν μπορούμε, να πούμε κάτι γι’ αυτόν είναι ότι εννοεί να μιλήσει κι άλλο απ’ όσο μιλάει, δεν του αρκεί ο προφορικός άμετρος λόγος θέλει και έμμετρο γραπτό, ναι, θέλει και έμμετρο άμετρο, βλέπε πεζογραφία, και άμετρο έμμετρο, βλέπε ποίηση, θέλει να πιάσει τον προφορικό λόγο και να τον κάνει καλύτερο γράφοντάς τον, θέλει να ενσαρκώσει πατόκορφα το λόγο, να τον πάρει από το στόμα και να τον βάλλει, πλήρη χάριτος και αληθείας, στον οφθαλμό, ή διά του οφθαλμού στο ωτίον και πάλι στον οφθαλμό, θέλει αυτό που δεν μπορεί να πει μιλώντας να το πει και γράφοντας, να πει με γραπτές λέξεις αυτό για το οποίο δεν του αρκούν οι προφορικές λέξεις, αλλά κυρίως θέλει, ναι, να μετατρέψει το πτερεόν έπος σε άπτερο, σε άπτερο κατ’ έπος, σε γράμμα αλεξίζωο, να μετατρέψει το κινούμενο, το αυθορμήτως και αυτονόητα κινούμενο σε ακίνητο, εδώ είναι το κουμπί –το ήξερε αυτό ο Λέβι Στρως που θεωρούσε κατάρα τη γραφή, ναι κατάρα τη θεωρούσε-, το κουμπί είναι ότι ο άνθρωπος που γράφει έχει ταχθεί να βρει το νόημα και να το ακινητοποιήσει, ακόμη κι όταν το νόημα εξαντλείται στον εαυτό του, ακόμη κι όταν το νόημα δεν υπερβαίνει, δεν καταφέρνει να υπερβεί τον εαυτό του γιατί δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό του, ακόμη κι όταν το νόημα εξαντλείται στον εαυτό του, ναι, ακόμη κι όταν το νόημα βρίσκεται και υπάρχει εν κενώ και ήδη και προ πολλού ακίνητο, ο άνθρωπος που γράφει είναι αποφασισμένος να το βρει, και όχι μόνο να το βρει, ναι, όχι μόνο, αλλά να του εμφυσήσει και περαιτέρω νόημα, το περαιτέρω νόημα δεν εξαντλείται, υπάρχει αείποτε, ναι, το περαιτέρω νόημα υπάρχει κι όταν ακόμη δεν υπάρχει νόημα, ναι, το περαιτέρω νόημα, σε αντίθεση με το απλό νόημα, υπερβαίνει τον εαυτό του, κι έτσι ο άνθρωπος θα το βρει, ναι, αυτό τουλάχιστον ο άνθρωπος είναι αποφασισμένος να το βρει και να το κοινωνήσει με τους άλλους, να κοινωνήσουν και οι άλλοι το νόημα και το περαιτέρω νόημα που αυτός βρήκε – ακόμη και η φύση έχει υποφέρει απ’ αυτό, ναι, ακόμη και η φύση έχει υποστεί περιγραφές που της αποδίδουν ντε και καλά στα καλά καθούμενα νόημα.
Ο άνθρωπος που γράφει δεν ψάχνει για το νόημα πριν κάτσει να γράψει, όχι, δεν διακινδυνεύει να μην κάτσει να γράψει γιατί δεν βρίσκει το νόημα να κάτσει να γράψει, όχι, ακόμη κι αν έχει αναρωτηθεί για την ύπαρξη του νοήματος, για την ολωσδιόλου ύπαρξη οποιουδήποτε νοήματος, θα κάτσει να γράψει, γιατί εκτός από το νόημα που δεν υπάρχει, που μπορεί, έστω μπορεί λέω τώρα, να μην υπάρχει, υπάρχει, λέει, ναι, αυτό λέει, κι ένα άλλο νόημα που εξάπαντος, μπορεί δεν μπορεί υπάρχει, κι αυτό το νόημα το βρίσκει καθιστός ο άνθρωπος, το βρίσκει καθιστός γράφοντας, το βρίσκει γράφοντας καθιστός, και το γράφει.
Τα περί εκφραστικής ανάγκης, περί εσωτερικής ή εσώτερης εκφραστικής ανάγκης, όταν εγείρουν μάλιστα ταυτοχρόνως απαιτήσεις πρωτοτυπίας, όταν σουλατσάρουν εδώ και σουλατσάρουν κι εκεί, όταν πάνε κι έρχονται με το αίτημα της αναγνώρισης μιας μικρής, μιας ελάχιστης έστω συμβολής στον κόσμο της τέχνης, ωραία φράση κι αυτή, στην περίπτωση στην περίπτωση της τέχνης είναι απλούστατα μπούρδες, ναι, δηλαδή ξεδιάντροπα ψέματα, επειδή θέλουμε δεν θέλουμε η τέχνη είναι επιτηδευμένη αφού δεν ήταν και πριν εδώ, θέλουμε δεν θέλουμε η τέχνη είναι επιτηδευμένη άρα πρωτότυπη, αφού δεν ήταν και πριν εδώ, αν ήταν και πριν εδώ η τέχνη δεν θα ήταν πρωτότυπη, η τέχνη είναι πρωτότυπη γιατί κάτι μιμείται, ναι, πάντα κάτι πλαστογραφεί η τέχνη.
Ο καλλιτέχνης, εν προκειμένω ο άνθρωπος που γράφει, αυτός μ’ ενδιαφέρει κυρίως, δεν είναι σαν τους άλλους, καθόλου ίδιος με τους άλλους καλλιτέχνες δεν είναι ο άνθρωπος που γράφει, γιατί αυτός δεν βρίσκει κάτι άλλο απ’ αυτό που ήδη έχει αφού το έχει, δεν μπαίνει στον κόπο να μάθει κάτι άλλο απ’ αυτό που αφού το έχει ήδη το έχει, ο ζωγράφος βρίσκει άμα μπορεί κάτι άλλο, ο μουσικός βρίσκει άμα μπορεί κάτι άλλο, αλλά ο άνθρωπος που γράφει δεν βρίσκει, έχει, έχει και παραέχει δεν χρειάζεται να βρει, εδώ είναι το κουμπί, ναι, ο άνθρωπος που γράφει έχει και παρέχει αλλά δεν του φτάνει το ίδιο αυτό που έχει, ναι, έχει τις λέξεις ο άνθρωπος που γράφει αλλά δεν εννοεί να αρκεστεί σ’ αυτό που έχει, όχι, θέλει, αφού το έχει, θέλει, να το πληθύνει και να το μεγαλύνει επειδή το έχει, ο άνθρωπος που γράφει είναι αποφασισμένος να το υπερπληθύνει με λύπες και πόνους, ναι, με ή χωρίς λύπες και πόνους, ναι, ο άνθρωπος που γράφει είναι επιδειξιομανής, απλούστατα και απροκάλυπτα επιδειξιομανής, αυθόρμητα και αυτονόητα επιδειξιομανής είναι ο άνθρωπος που γράφει, ακόμη κι όταν περιορίζει, έστω και όταν περιορίζει την επίδειξη στον εαυτό του, και κακώς είπα «έστω και όταν», γιατί αυτή είναι η ύψιστη απόδειξη επίδειξης, η ύψιστη πάει να πει η πειστικότερη, καμιά άλλη δεν υπερασπίζεται με τόση θέρμη και ευγλωττία την αθωότητα του ανθρώπου που γράφει πλην της αυτοκτονίας, μπα κι αυτό συζητείται, και αυτό συζητείται ναι, ασχέτως που μπαίνει επιτέλους ένα τέλος.
Έτσι εξηγούνται όλες οι βλακείες που έχουν γραφτεί και συνεχίζουν να γράφονται κατά κόρον, ναι, κατά κόρον, σαν να μην υπάρχει τίποτα καλύτερο να κάνει ο άνθρωπος, ο οποιοσδήποτε άνθρωπος, από το να κάθεται και να γράφει λέξεις μόνος του, ούτε καν καθ’ υπαγόρευσιν, οπότε να μπορούμε να πιστέψουμε ότι κερδίζει έτσι έντιμα, εις βάρος, έστω, του εαυτού του και κάποιου άλλου το ψωμί του, κάνει δηλαδή αυτό που κάνει και ένας μεροκαματιάρης που ξυπνάει το πρωί και πάει θέλει δεν θέλει στη δουλειά του, θέλει δεν θέλει, ναι, άλλος ψεύτης ηλίθιος κι αυτός.

Στοπ
Σελ.14-20



….., ασκείται ο άνθρωπος, μετά αυτιστικής μανίας αθλείται ο άνθρωπος, ώστε να γίνει αποκάλυψη.
Σελ. 27



Προς το θεαθήναι της αιωνιότητας κοπιάζει ο άνθρωπος, ναι, δεν κοπιάζει απλώς να φάει και να πιεί,…..
Άλλη σκασίλα δεν είχε η αιωνιότητα παρά να βγάλει τα χέρια από την τσέπη, στην τσέπη τα έχει τα χέρια η αιωνιότητα, ναι, στην τσέπη τα έχει, να τα βγάλει λοιπόν και να ασχοληθεί με τον εαυτό, με τον ίδιο ή τον άλλο, να μεγαλύνει άλλον εαυτό από τον ίδιο δικό της.
Σελ.34-37



Το θρόισμα δεν είναι ο ψυχαναλυτής που δεν μιλάει αλλά πάει να σκάσει που δεν μιλάει, το θρόισμα δεν είναι ο ψυχαναλυτής που δεν μιλάει γιατί δεν έχει τίποτα να πει….
Σελ.74-75


….-αν στη Δευτέρα Παρουσία αναστηθούν και θεωρίες μαζί με τα σώματα, πρώτα θ’ αναστηθεί το νόημα του ανθρώπου και μετά ο άνθρωπος ναι, το νόημα θα προηγηθεί της ύπαρξης, ναι, και τότε να δούμε τι θα κάνει ο Θεός – ο Πλάστης, ο Δημιουργός του κόσμου, όχι ο οποιοσδήποτε-, δεν θα φτάσει στην απόλυτη και αυτονόητη απόγνωση;
Σελ. 79-80



….ο άνθρωπος δεν έχει φύση, δεν έχει επακριβή φύση, αυτό είναι το κουμπί, η φύση του ανθρώπου είναι περαιτέρω, ο άνθρωπος δεν φτιάχνει μια φωλιά, δεν σκάβει μια φωλιά, δεν πλέκει μια φωλιά ίσα ίσα να βάλει μέσα τα’ αβγά του και να καθίσει στ’ αβγά του, το «ίσα ίσα» δεν το ξέρει ο άνθρωπος, όχι.

Αυτή τη στιγμή στο μυαλό μου, εδώ που κάθομαι στην καρέκλα μου και σκέφτομαι, αντί να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο, ναι, να πάω να πνιγώ … στο μυαλό μου…

Στοπ
Σελ.121-122

Για το υπέροχο αυτό βιβλίο, έμαθα από εδώ:


http://lykeio6o.blogspot.com/2008/03/2007-122.html