Παρασκευή 23 Μαΐου 2008

Η ΟΛΓΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ



Η ΟΛΓΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ

Ο Ντοστογιέφσκι με έκανε άνθρωπο, ο Τσέχωφ γυναίκα! Συνήθιζε να λέει.
Σελ.9

Το φέρετρο ήταν τοποθετημένο μπροστά στο ιερό, στολισμένο με λουλούδια και κεριά σαν να γινόταν γάμος. Και ίσως γινόταν αυτό. Η Όλγα παντρευόταν το θάνατο.
Σελ.10

Μπροστά στο θάνατο δεν είμαστε πρωτότυποι. Όμως ούτε ο θάνατος είναι πρωτότυπος. Πάντοτε έρχεται στην ώρα του, μόνο που δεν ξέρουμε πότε.
Σελ.11

Ένιωσα το χέρι της Σόνιας στον ώμο μου κι έστρεψα να την κοιτάξω. Το βλέμμα της ήταν γυμνό.
Σελ.16

Χωρίς να ξέρω γιατί, η λέξη που περνάει από το μυαλό μου, όταν σκέφτομαι την πρώτη συνάντηση με την Όλγα, είναι «τελεία». Το σημείο στίξης «τελεία». Μια μαύρη τελεία. Μπήκε στο μεγάλο καθιστικό χωρίς να πει κουβέντα και στάθηκε στην άκρη σαν όλοι εμείς οι άλλοι να ήμασταν μια φράση κι εκείνη η τελεία στο τέλος.
Ήταν όμορφη; Μπορεί ένα σημείο στίξης να είναι όμορφο;
Σελ.41

Δεν αποτελείωσε την κουβέντα της. Περίμενα υπομονετικά, γιατί συμπαθώ τους ανθρώπους που δεν αποτελειώνουν τις φράσεις τους. Τα μεγαλύτερα προβλήματά μας τα οφείλουμε σε αποτελειωμένες φράσεις.
Σελ.45

Συζητούσαμε συχνά και διεξοδικά τη σκοπιμότητα της ψυχανάλυσης. Δεν ανήκα στους πιστούς κι εκείνη δεν το δεχόταν.
Σελ.45

-Δε θέλεις να δεις τη λύπη σου, δε θέλεις να δεις το φόβο σου, δε θέλεις να δεις το άγχος σου!
-Μα αυτό ακριβώς κάνω στα βιβλία μου. Επιπλέον πιστεύω ότι έχω κάθε δικαίωμα να θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό επί του εαυτού μου.
Σελ.46

Από τότε δε μ’ ενδιέφερε ιδιαίτερα η λογοτεχνία της ορθής λέξης αλλά εκείνη της ορθής σκέψης.
Σελ.55

Ήμουν βέβαιος ότι είχα φωνή. Το όνο που έπρεπε να κάνω ήταν να πείσω και τους άλλους.
Σελ.56

Τα βιβλία μου τα έγραφα στα τρένα, στα ξενοδοχεία, στις αίθουσες αναμονής. Εν ολίγοις, ήμουν πολύ στρεσαρισμένος κι όσο το αρνιόμουν τόσο πιο συχνά έβλεπα εκείνο το όνειρο.
Σελ.65

Έτσι άρχισα να θέτω αυτό το ερώτημα στον εαυτό μου: «Χόρτασες τη ζωή;»
Όχι, δε τη χόρτασα. Αρκεί η μυρωδιά του καφέ το πρωί για να θέλω να ζήσω.
Σελ.66

Μου υπέδειξε το αυτονόητο: για να χορτάσεις τη ζωή πρέπει να περάσεις πολλά, και μεταξύ άλλων και πράγματα που θα ευχόσουν να τα είχες αποφύγει.
Σελ.67

Η Βίβλος έχει δίκιο: όποιος ψάχνει βρίσκει. Αλλά όλοι χρωστάμε ευγνωμοσύνη σ’ εκείνους που δεν ξεχνούν.
Σελ.73

Τότε μου ήρθε μια παράξενη σκέψη, ότι στη σιωπή του κόσμου μόνο ένας ήχος είναι ξένος: η φωνή μας. Όλοι οι άλλοι ήχοι είναι μέρη της σιωπής, αλλά η φωνή του ανθρώπου τη σπάζει. Ο άνθρωπος μίλησε γιατί δεν άντεχε τη σιωπή. Όχι για να εκφράσει μια σκέψη ή να πει μιαν ιστορία, αλλά για να σπάσει τη σιωπή, για να μη γίνει ένα μέρος της.
Σελ.74

Μπορεί να μη συμφωνώ με καμιά από τις απόψεις του, εντούτοις παραμένει το μεγάλο παράδειγμα του τι σημαίνει να σκέφτεσαι. Να σκάβεις το μυαλό σου όπως σκάβεις το χωράφι σου.
Σελ.75

Έκανα τα ψώνια μου με την ησυχία μου και κατευθύνθηκα προς το ταμείο, όπου η νεαρή υπάλληλος μου χαμογέλασε ζεστά και χάρηκα, αλλά μετά κατάλαβα ότι χαμογελούσε σε ένα παλικάρι πίσω μου. Λίγη χαρά κατά λάθος δεν έκανε κακό σε κανέναν. Του χαμογέλασα κι εγώ.
Σελ.76

Καλύτερα να κουράζονται λίγο οι πολλοί παρά να κουράζεται πολύ ο ένας.
Σελ.80

Εμένα δε μου χρειάζεται πένα αλλά φτυάρι, να ξεθάψω τις λέξεις.
Σελ.86

Δεν υπάρχει λοιπόν καμία εύκολη ζωή; Κι αν υπήρχε, θα τη διαλέγαμε;
Σελ.90

Ο σκοπός είναι να βρούμε τις τελετές και τα σύμβολα που κάνουν το θάνατο προσιτό. Κοντεύουμε να ξεχάσουμε αυτή την τέχνη. Ο θάνατος μας αιφνιδιάζει σαν ένα τηλεφώνημα που δεν περιμένουμε.
Σελ.97

Θα έπρεπε να ήμουν δίπλα της, αλλά δεν ήμουν. Εντούτοις δεν πίστευα ότι θα έπαιζε κανένα ρόλο. Θυμόμουν τις τελευταίες ώρες της πεθεράς μου. Πόσο ανήμπορη ήταν στο κρεβάτι της. Τα μόνα όργανα που λειτουργούσαν ακόμα ήταν η καρδιά και τα πνευμόνια της. Εκείνη η τόσο δυνατή γυναίκα……
……
Αλλά κι οι πιο δυνατοί πεθαίνουν.
Σελ.100

Η Όλγα ήταν φυσικό ταλέντο σ’ αυτό το θέμα. Υπάρχουν γυναίκες που κάνουν έναν άντρα να νιώθει σαν κουραμπιές. Εκείνη μπορούσε να κάνει έναν κουραμπιέ να αισθάνεται σαν άντρας. Πώς τα κατάφερνε; Ούτε φλερτάριζε, ούτε ήταν ματαιόδοξη, απλώς ήταν ανοιχτοχέρα, γενναιόδωρη. Δε μίκραινε τους ανθρώπους γύρω της. Το αντίθετο. Και ήταν πάντα έτοιμη να επέμβει όταν κάποιος μίκραινε τον εαυτό του μόνος του.
Σελ.104

Ο Ντοστογιέφσκι είχε μόνο έναν αναγνώστη, τον Θεό. Ο Νίτσε δεν είχε ούτε αυτόν, μόνο τον εαυτό του. Φυσικά έγραφαν για την αιωνιότητα, εκείνην είχαν όλη κι όλη. Πέθαναν και οι δύο σχετικά νέοι από τις αρρώστιες τους. Εμείς ζούμε περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα η ζωή μας γίνεται όλο και πιο ανούσια.
Η Όλγα με παρηγορούσε:
-Κανείς δεν μπορεί να ζήσει έξω από την εποχή του.
-Ποια είναι η εποχή μας; Τη ρωτούσα.
-Ο προθάλαμος της βαρβαρότητας. Όλα τα κριτήρια χάνονται και παραμένει μόνο ένα: πόσο πουλάς. Η επιτυχία αποδεικνύει την αξία. Αυτό ισχύει για τα πάντα, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο. Η τέχνη και η λογοτεχνία είναι το πεδίο των υποκειμενικών κρίσεων, τελικά όμως βρήκαμε κάτι αντικειμενικό: τις πωλήσεις. Κανείς δε θα έλεγε ότι το Φίατ είναι καλύτερο αυτοκίνητο από μια Φεράρι γιατί πουλάει περισσότερα κομμάτια. Για ένα βιβλίο όμως μπορείς να το πεις χωρίς να σε κλείσουν φυλακή. Κι αφού μπορεί να ειπωθεί, λέγεται, κι όλοι παίρνουν μέρος σ’ αυτή τη βάρβαρη γιορτή, από τους κριτικούς και τους εκδότες μέχρι τους αναγνώστες. Ο πλήρης υποκειμενισμός είναι η απόλυτη βαρβαρότητα.
Της έλεγα ότι υπερέβαλλε, ότι υπάρχουν καλλιτέχνες και λογοτέχνες που ακολουθούν το δρόμο τους.
-Βέβαια, και μετά μπαίνουν σε ακαδημίες κι άλλα παρόμοια κι εκθειάζουν ο ένας τον άλλο. Κάνουν τις αυλές τους.
Σελ.110-112

Εγώ δεν έχω ούτε ένα παραθυρόφυλλο στην Ελλάδα. Δεν ήθελα να αρχίσω να επιπλώνω τον καημό μου γιατί υπάρχει ο κίνδυνος να τον κάνεις άνετο. Δεν είναι όλα τα λουλούδια κατάλληλα για γλάστρες στα παράθυρα. Ήθελα ο καημός μου να μεγαλώνει και να θεριεύει στο κέντρο της καρδιάς μου. Να τον ποτίζω με το αίμα μου.
Σελ.127

Προτιμώ μια καλή φράση από ένα καλό φαγητό. Έχω κι εγώ τις υπερβολές μου. Δε μου αρκεί παραδείγματος χάρη ποτέ η γυμνή αλήθεια. Θέλω να την ντύνω, να τη στολίζω, να τη μεγαλώνω ή να τη μικραίνω. Γι’ αυτό έγινα συγγραφέας κι όχι φιλόσοφος, παρ’ όλο που φιλοσοφία σπούδασα. Γράφω για τον αναγνώστη. Ο καλός φιλόσοφος είναι πρόθυμος να χάσει όλους τους αναγνώστες για να βρει την αλήθεια. Εγώ δεν ψάχνω την αλήθεια. Ψάχνω τον αναγνώστη.
Σελ.128

Όχι το να γίνεις μητέρα μόνο, αλλά το να είσαι μητέρα. Άλλο το να έχεις ένα ποδήλατο κι άλλο το να είσαι ποδηλάτης.
Σελ.129

Ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος να σε αγαπήσουν τα παιδιά σου από το να γελούν εις βάρος σου.
Σελ.143

«Δε χρειαζόμαστε το νόημα της ζωής για να ζήσουμε, αλλά για να μπορέσουμε να πεθάνουμε».
Σελ.162

Σίγουρα δε γινόμαστε πουλιά αγοράζοντας φτερά, αλλά χωρίς αυτά γινόμαστε σκουλήκια.
Σελ.167

Η φιλία μας κι η ζωή μας είχε γραφτεί από συγγραφείς χειρότερους από μένα: τις συνθήκες, την τύχη και από τους ανθρώπους γύρω μας.
Της όφειλα ένα νόημα με όλα αυτά.
Σελ.183